Αααααααααχχχχχχχχχχχχ Κούλα, τον τελευταίο καιρό πιάνω συχνά τον εαυτό μου να φυσώ και να ξεφυσώ απηυδισμένος από την κατάσταση γύρω μας. Στεναχωριέμαι πράγματι και πότε πότε τρώω ένα σουβλάκι με τζατζίκι για να μου περάσει, με αλάδωτη πίτα γιατί όπως λένε και στα κοσμοπολίτικα Καλάβρυτα από όπου και κατάγομαι a moment on the lips forever on the hips. Το βάρος όμως δε φεύγει Κούλα μου, αντίθετα κάποιες φορές μεταφέρεται στο στομάχι γιατί το παρακάνω με το τζατζίκι το ομολογώ. Η καλύτερη γιατρειά για μένα όταν με πιάνανε οι μαύρες μου ήταν να δω μια ταινιούλα να στανιάρω και δε λέω κάλος ο Μπέλα Ταρ, ο Παρατζάνωφ, ακόμη καλύτερος ο Τρίερ μα σαν τον παλιό κακό Ευστρατιάδη δεν έχει. Διότι ας είμαστε αν έχεις τα ψυχολογικά σου και δεις το Χορεύοντας στο Σκοτάδι ή το Δαμάζοντας τα Κύματα έ μια καταθλιψάρα θα την πάθεις. Ενώ αν από την άλλη δεις το Μήτσο το Ρεζίλη ένα χαμογελάκι θα το σκάσεις, δε μπορεί!
Το «αριστούργημα» του Όμηρου Ευστρατιάδη, γυρισμένο στα 1984 είναι η ζωντανή απόδειξη του ταλέντου ενός εκ των σπουδαιότερων Ελλήνων κωμικών, του Σωτήρη Μουστάκα. Παίζοντας πολλούς και διαφορετικούς ρόλους ο Μουστάκας δίνει ρεσιτάλ άλλοτε σα Χαρίκλεια, άλλοτε σαν Αφρόχαρις, και άλλοτε σαν καμικάζι αγάπη μου και άλλοτε σα Μήτσος. Ο Μήτσος λοιπόν είναι γιος της Κυρα Χαρίκλειας μιας καφετζούς-προξενήτρας, η οποία εκμεταλλεύεται αφελείς διαβάζοντας τα μελλούμενα. Αν και φημολογούταν πως ο πατέρας του Μήτσου ήταν incognito ο μικρός μητσάκος είχε αδυνάμια στη μάνα του και τις ωραίες πελάτισσες για αυτό και συχνά αναφωνούσε τα μπούτια σου κυρία όταν εκείνες του προσφέραν οφθαλμόλουτρο. Ο Μήτσος ακολούθησε τα χνάρια της Χαρίκλειας και άνοιξε γραφείο συνοικεσίων μπρος στο δρόμο που χάραξε η μάνα του, ζευγαρώνοντας ένα λουλούδι (μαζί με τη γλάστρα) με ένα ζουμπά με μια οκά να (και κάτι δράμια)
Η επιχείρηση του Μήτσου τα κουτσοφέρνει βόλτα επειδή δεν διστάζει για να ικανοποιεί τα καπρίτσια των πελατών του, να μεταμφιέζεται ανάλογα με την περίσταση. Άλλοτε έριχνε κάτω τη μυστάκλα του γυρεύοντας καυγά και οι μάγκες κάνανε τουμπέκα. Πως τη μιλάω την αργκό του δρόμου ο βαρύμαγκας Κούλα μου. Φτού μας εμάς τα κουτσαβάκια που καρπαζώνουμε τους ιούς της παλάμης άμα λάχει και χουμε και το ΛεΠά, την Λαίδυ Ντ και το Διονυσίου να μας βαράνε παλαμάκια σπικάρωντας το ντούρνε, ντούρνε. Τα βάζει και με το Λέρα (ο γίγαντας Νίκος Ρίζος)που ήθελε να κάψει το μαγαζί γιατί κρυώνει και έχει το θράσος να τον γδύσει διότι ο Μήτσος κάψωσε. Ο Μήτσος λεπόν είναι ότι πρέπει για τη Σπεράντζα Βρανά που θέλει τον άντρα βαρύ ασήκωτο και για πολύ ξύλο, ν’αγαπάει και να δέρνει Κούλα μου.
Η Σούζι Q από την άλλη γουστάρει τον άντρα καμικάζι να καβαλάει τη χιλιάρα και να γίνεται καπνός, ενώ αν πει κανείς πουρή την πουρή απαιτεί επειδή φοριέται πολύ το έτερον ήμισυ να καθαρίσει. Ο Κύριος Ιορδάνης (Μίμης Φωτόπουλος) από την άλλη θέλει τη γυναίκα οικονόμα τώρα που ο πολιτικός γάμος του βγαίνει πιο φτηνός , μην του τρώνε τσάμπα και τα φοντανάκια συγγενείς φίλοι. Ο μήτσος τα είχε όλα όμως στον αυτόματο πιλότο μέχρι που ο έρωτας του χτυπάει την πόρτα και τα κάνει όλα μπάχαλο. Και να σου ο Μυστόκλας αδερφή- μπελαβιόγκα η τζουρνεύτρα, ο Καμικάζι ψυχάκιας και η Αφρόχαρις με χρέη από τζόγο. Και ενώ ο καημένος ο Μαλούχος ρωτάει και ξαναρωτάει κύριε Τάκη γιατί μου το κάνατε αυτό; Εμείς λυνόμαστε κάτω από τα γέλια.Έπος!
Till the next time Κούλα stay cult!
ΠΗΓΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου