Σήμερα Κούλα μου θα κάνω μια αναδρομή στα παιδικά μου χρόνια. Η καταπληκτική αυτή στήλη που πήρε το όνομα της από εσένα Κούλα μου και αποτελεί μνημείο πολιτισμού για τη σημερινή όπως και τις κατοπινές γενιές έχει άλλωστε ένα νοσταλγικό χαρακτήρα μιας και αναφέρεται στην τιμημένη εκείνη φουρνιά των ταινιών της δεκαετίας του 80.
Όμως Κούλα μου σήμερα θα μιλήσουμε για τη δεκαετία του 90. Κάπου στα μέσα της λοιπόν εγώ αμούστακο αγόρι, με τη συντροφιά ενός ανεμιστήρα πέρναγα τα καλοκαιρινά μεσημέρια μου στο μαγευτικό Αιγάλεω. Μέχρι να απογευματιάσει και να κατέβω με τα λοιπά αλάνια (μόνο τέτοια υπάρχουν στο Αιγάλεω) για να ξεδιπλώσουμε το ποδοσφαιρικό μας ταλέντο διάβαζα ΚΟΜΙΞ και χάζευα παιδικά στην τηλεόραση. Στο διάλειμμα του Kabamaru που λες Κούλα μου αλλάζω κανάλι και στο ιστορικό New Channel βλέπω μια ψηλόλιγνη φιγούρα να σερβίρει αιθέριες υπάρξεις και να τα κάνει μαντάρα. Καμικάζι Αγάπη μου περνάνε τα κόκκινα γράμματα μπροστά από την οθόνη. Πρωταγωνιστούν Στάθης Ψάλτης, Καίτη Φίνου, Σταμάτης Γαρδέλης και Ρένα Παγκράτη. Ονόματα άγνωστα για μένα τότε. Τι είναι τούτο σκέφτηκα. Ο Ψάλτης έδινε ρεσιτάλ μπινελικίων και σαν παιδί –αμούστακο, αθώο άσπιλο και αμόλυντο μην τα ξαναλέμε- που ήμουν κόλλησα
Ο Στάθης που λες Κούλα μου τα είχε με την Κίτσα (ωραίο μωρό το κινηματογραφικό σου alter ego). Τον έλεγες και καψούρη μαζί της, μα περισσότερο ήταν καψούρης με μια μηχανή. Έλα όμως που δεν έπαιζε φράγκο και έτσι όχι μηχανή δεν είχε να αγοράσει αλλά την έβγαζε με την Κούλα σε σινεμαδάκια και καφετέριες. Ντισκοτέκ γιοκ εδώ και πολύ καιρό και η Κίτσα καθότι ωραίο γκομενάκι, έκανε νερά. Ο Στάθης με κάθε τρόπο προσπαθούσε να αποκτήσει μια μηχανή για να κυκλοφορεί όπως πρέπει και την Κίτσα αλλά έβρισκε συνέχεια εμπόδια μπροστά του. Τα περισσότερα τα έβαζαν τα αδέρφια του. Η Ρένα η οποία σαν τις περισσότερες γυναίκες είχε το μυαλό πάνω από το κεφάλι της και ήθελε ο Στάθης να πάρει μοτοσικλέτα στο γκόμενο της ο οποίος εκτελούσε περιστασιακά χρέη ντισκ τζόκει. Ο Αλέξης από την άλλη εκτελούσε ροκ τραγουδάκια. Έφτυνε την κοινωνία με στίχους δηλητήριο και πανκ ψυχή αφήνοντας ανεξίτηλο το σημάδι του στην ελληνική μουσική. Ξεροβήχω, καθαρίζω το λαιμό μου, προτάσσω το στήθος μου και με συγκίνηση απαγγέλω: «Ποιος είσαι εσύ που ρθες εδώ σε μας να κάνεις πλάκα άντε σπάσε ρε μαλάκα» Με τέτοιους στίχους πώς να μη φάει το γκομενάκι από τον εξωγήινο μια νταηλίδικη έκδοση θαμώνα στο κλαμπ Γαλάζιο Στρείδι από τη Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή. Γίνεται σαματάς που λες Κούλα μου μαλώνουν τα παιδιά και έρχεται ο Στάθης και μοιράζει σφαλιάρες βάζοντας κάθε κατεργάρη στον πάγκο του. Στο κυνήγι των χρημάτων λοιπόν ώστε να αγοράσει την πολυπόθητη μοτοσικλέτα ο Στάθης και να κάνει την Κίτσα επίσημη καβαλάρισσα, μπλέκεται παντού. Και όταν φεύγει από κάπου,
ΑΥΤΟΣ θέλει και φεύγει, για να μην ξεχνιόμαστε. Τη μια στην εφορία και στο θαυμαστό κόσμο του δημοσίου όπου με την απειλή νεροπίστολου και την ατάκα φοβέρα θέλατε κουφάλες μπαίνει μπροστά για να εξυπηρετηθεί αυτός και οι συμπολίτες του. Από την άλλη τρέχει στο συμβολαιογραφείο για να ανοιχθεί η διαθήκη του θείου Χαράλαμπου με λευκό παντελόνι και υποκάμισο μα μαύρη γραβάτα και ένα πένθος ΝΑ! Σκουντάει και τον Γαρδέλη που δε σκούζει γιατί τον πιάνουν τα γέλια υποδυόμενος τον τεθλιμμένο συγγενή. Έλα όμως που ο Θείος τους την έκανε γυριστή και αντί για σπίτια και λεφτά τους άφησε χρέη.
Και εκεί που είχαν μοιράσει τα τρία αδέρφια τα διαμερίσματα από την πολυκατοικία για να πάρουν μηχανές, όργανα και καραμέλες μείνανε τελικά με τα τρία του Χαράλαμπου. Ο Στάθης έμεινε χωρίς μηχανή και χωρίς Κίτσα καθώς προσωρινά του την έφαγε το κωλόπαιδο ο Σωτήρης. Έτσι λοιπόν μπλέχτηκε με τη Σίλβια (Βίνα Ασίκη). Τι ποιο Σίλβια ρε Κούλα δεν το ξέρεις το συνθηματικό. Της θείας σου! Το γαρύφαλλο! Η Σίλβια. Τον μπουζουριάσανε λοιπόν το Στάθη την ώρα που η αδερφή του η αδερφή του παραδεχόταν μουσικά πως είναι μαζόχα (Η δουλειά δεν είναι ντροπή Κούλα μου, μεροκάματο να βγαίνει που λέει και η γιαγιά μου). Ο με λένε Αλέξη κρατώ μια κιθάρα ρίχνει τα ερωτικά του δίχτυα στην τη λένε Σοφία κρατά μια καρδιά, την ώρα που ο Στάθης θρηνεί.
Αφού γλύτωσε τη φυλάκιση μπόρεσε να πάρει χάρη στη μάνα είναι μόνο μία Κούλα Αγαγιώτου την πολυπόθητη μηχανή, αλλά κάποιος μπάσταρδος του την έκλεψε. Και εκεί που νομίζεις πως δεν υπάρχει γυρισμός για το Στάθη, ως δια μαγείας όλα αλλάζουν. Τον προσλαμβάνουν μετά από απαίτηση της σεξοβόμβας μεγατόνων Βέτας Μπετίνη γιατί δεν τρύγησε τους πλούσιους χυμούς της και έμεινε πιστός στην Κίτσα. Η Κίτσα επιστρέφει μαζί με τη μηχανή και έτσι ο Στάθης μαζί με τις δύο γυναίκες της ζωής του Κούλα μου καβαλάει τους ουρανούς και τα λόγια εκείνης ακόμη αντηχούν στα αυτιά μου Καμικάζι αγάπη μου. Till the next time Κούλα, Stay Cult.
ΠΗΓΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου